Τα πανεπιστήμια στον βωμό της «χαμένης κυριαρχίας»

Τα πανεπιστήμια στον βωμό της «χαμένης κυριαρχίας»

Οι οιωνοί κατά την έλευση του κ. Γαβρόγλου στο Υπουργείο Παιδείας ήταν αμφίσημοι. Από τη μια, ο κ. Γαβρόγλου, με μακρά θητεία στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, θα ήταν λογικό να γνωρίζει από πρώτο χέρι τις παθογένειες που το κατατρέχουν, ενώ η στενή του σχέση με το Ίδρυμα Λάτση φαινόταν να είναι ένα εχέγγυο περιορισμένης ιδεοληψίας.

Από την άλλη, είχε ήδη από το 2014 αρθρογραφήσει στην «Αυγή» για τη χαμένη κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ στα πανεπιστήμια

Δυστυχώς, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν καλά. Ο κ. Υπουργός δεν δικαίωσε τις προσδοκίες των προοδευτικών δυνάμεων του ακαδημαϊκού χώρου. Αντίθετα, μπλέχτηκε σε μάχες χωρίς νόημα, οι πρωτοβουλίες του ήταν αργόσυρτες, αναποτελεσματικές και συχνά προς λάθος κατεύθυνση, το ύφος άσκησης της εξουσίας δυσάρεστο και τα πολιτικά αποτελέσματα πενιχρότατα.

Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση του World Economic Forum για τους δείκτες ανταγωνιστικότητας, η Ελλάδα παρουσιάζει την υψηλότερη αναλογία (1η από 137 χώρες) ως προς τον αριθμό πτυχιούχων ως ποσοστό του πληθυσμού, αλλά βρίσκεται στην 106η θέση ως προς την ποιότητα της εκπαίδευσης. Την ίδια στιγμή, δεν υπάρχει κανένας στρατηγικός σχεδιασμός για την ανώτατη εκπαίδευση, δεν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και της αγοράς εργασίας και περίπου μισό εκατομμύριο νέοι Έλληνες επιστήμονες έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό τα χρόνια της κρίσης.

Το λογικό θα ήταν να ρίξει κανείς το βάρος του (και τους πόρους του) στην ποιοτική αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και στη διασύνδεση της γνώσης με την παραγωγή. Αντί αυτού, ο κ. Υπουργός επέλεξε την περαιτέρω διεύρυνση του αριθμού των επιστημόνων, «βαφτίζοντας» τα ΤΕΙ πανεπιστήμια και εισάγοντας στα πανεπιστήμια ακόμη και τις διετείς επαγγελματικές σχολές! Και όλα αυτά χωρίς πρόγραμμα, χωρίς πόρους και χωρίς αξιολόγηση.

Η πίεση από το Υπουργείο στα πανεπιστήμια για τη συγχώνευση με τα ΤΕΙ είναι μια ακόμη πρωτοβουλία Γαβρόγλου. Είναι άραγε προς τη σωστή κατεύθυνση; Μοιράζει τίτλους καθηγητών πανεπιστημίων σε διδάσκοντες των ΤΕΙ και πτυχία πανεπιστημίων σε σπουδαστές των ΤΕΙ, διατηρώντας τους ίδιους ανθρώπους στις ίδιες θέσεις, διατηρώντας τη διασπορά σε δεκάδες πόλεις και κωμοπόλεις, μιλώντας για συνέργειες που όμως στην πράξη υπονομεύονται χρησιμοποιώντας την (εξοργιστική για πολλούς) φράση «αυτά είναι de facto πανεπιστήμια»! Δηλαδή με πολιτική απόφαση; Σπεύδει, μάλιστα, με νομοσχέδια express, να δημιουργήσει τετελεσμένα για την επόμενη κυβέρνηση, εντάσσοντας τα νέα τμήματα στα μηχανογραφικά των φετινών πανελλαδικών εξετάσεων.

Ο κ. Γαβρόγλου συντηρεί την πολιτική της διασποράς φοιτητών και στρατοπέδων, για να τονωθεί η τοπική οικονομία των ενοικιαζόμενων δωματίων και των καταστημάτων εστίασης. Αλλά επίσης και την πολιτική της αναγνώρισης του πτυχίου ως τυπικού προσόντος διορισμού στο Δημόσιο και όχι ως αποδεικτικού γνώσης και δεξιοτήτων. Μόνο που αυτή η εποχή έχει περάσει. Και γιατί οι διορισμοί στο Δημόσιο γίνονται πλέον στάγδην, και γιατί οι φοιτητές είναι πιο υποψιασμένοι και δεν είναι διατεθειμένοι να βρεθούν σε ένα τμήμα απομονωμένο στην άκρη της Ελλάδας με ιπτάμενους καθηγητές, ασαφές περιεχόμενο και δυσκολίες, συχνά, στην εύρεση κατοικίας. Σε μια εποχή που τα πανεπιστήμια όλου του κόσμου προσπαθούν να διακριθούν ως προς την ποιότητα και ανιχνεύουν τις προκλήσεις του μέλλοντος, που είναι πάρα πολύ κοντά, ο κ. Υπουργός φαίνεται να νοσταλγεί το νόμο του 1982 και μάλιστα τα πιο αρνητικά του σημεία, προκειμένου να ανακτήσει τη «χαμένη κυριαρχία». Αντί για ανοικτές διαδικασίες και διεθνοποίηση, επιβάλλει τις κλειστές διαδικασίες και τις προσωποπαγείς θέσεις που αποκλείουν πολύ αξιόλογους νέους επιστήμονες, ενισχύοντας το brain drain.

Στον κ. Υπουργό δεν αρέσουν οι αντιρρήσεις. Με όσους δεν συμφωνεί, τους δείχνει έμπρακτα τη δυσφορία του. Σπανίως απαντά γραπτά και ενυπόγραφα σε αιτήματα των Πανεπιστημίων, ενώ οι σχέσεις του με την ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας ήταν οριακές, ακριβώς την εποχή που θα χρειαζόταν στοιχεία (στατιστικά και ποιοτικά) για τη χάραξη μιας αποτελεσματικής πολιτικής για την αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης. Θα μείνει, άλλωστε, στην ιστορία ως ο Υπουργός που «παραβίασε» τον ίδιο του το νόμο, καθώς παρέλειψε να ζητήσει τη γνώμη της ανεξάρτητης Αρχής για τις συγχωνεύσεις πανεπιστημίων – ΤΕΙ και τις ιδρύσεις νέων πανεπιστημίων, αντικαθιστώντας τη με διορισμένες επιτροπές. Θα μείνει στην ιστορία ως ο Υπουργός που χρησιμοποίησε την ανώτατη εκπαίδευση για κομματικούς σκοπούς, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να ανακτήσει το κόμμα του την κυριαρχία στα πανεπιστήμια. Προσπάθεια η οποία έχει ήδη αποτύχει.