Με εξαιρετικές τοποθετήσεις από εκπροσώπους της οικονομίας, των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας & Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), συνεχίστηκε την Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2021, η σειρά συνεδριάσεων της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων με θέμα: «Το Ελληνικό Πανεπιστήμιο στην εποχή των Εκθετικών Τεχνολογικών Αλλαγών».
Τον λόγο έλαβαν οι κ.κ. Μάρκος Βερέμης, πρόεδρος της Upstream και ταμίας του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Επιχειρήσεων & Βιομηχανιών, Χρήστος Γούλας διευθυντής Ινστιτούτου Εργασίας & Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος, Αντώνης Αγγελάκης, επιστημονικό στέλεχος Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας, Νικόλαος Βέττας, γενικός διευθυντής Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών και Raffaele Trapasso, επικεφαλής Μονάδας Επιχειρηματικότητας, Εκπαίδευσης και Δεξιοτήτων, Κέντρου για Επιχειρηματικότητα, Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, Πόλεις & Περιφέρειες, ΟΟΣΑ.
Ο κ. Βερέμης είπε ότι, δυστυχώς, στην Ελλάδα η παραγωγή έρευνας και γνώσης δεν μπορεί να μετουσιωθεί σε κάποιου είδους προϊόν καινοτομίας και να έχει απτή οικονομική και κοινωνική αξία, με αποτέλεσμα να μη δημιουργείται πλούτος για τη χώρα και το εμπορικό ισοζύγιο να συνεχίζει να πάσχει. Αναφέρθηκε στο χρόνιο πρόβλημα του αρνητικού εμπορικού ισοζυγίου της ελληνικής οικονομίας, τονίζοντας ότι η ανταγωνιστικότητα της χώρας θα πρέπει να βασιστεί όχι στο χαμηλό κόστος, αλλά στη διαφοροποίηση και στην ποιότητα των προϊόντων, που θα προέλθει από την έρευνα και την καινοτομία. Ο κ. Βερέμης διέγνωσε μια αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να καλύψει τις απαιτήσεις των πιο δημιουργικών ατόμων τα οποία είναι συνήθως εκείνα που δημιουργούν επιχειρήσεις, τονίζοντας τη σημασία της βιωματικής μάθησης από νωρίς στο σχολείο. Στον χώρο των Πανεπιστημίων θεώρησε πολύ σημαντικό να δημιουργηθούν κάποιες πρώτες επιτυχημένες εταιρείες καθώς μετά, όπως είπε, θα ακολουθήσουν πολλοί μιμητές να αναλάβουν ανάλογες επιχειρηματικές δράσεις.
Ο κ. Trapasso επισήμανε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία και τις έρευνες του ΟΟΣΑ, οι ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις, οι οποίες απηχούν τον τρόπο με τον οποίο οι φορείς της ανώτατης εκπαίδευσης παράγουν έρευνα, δεν συνδέονται με τις ανάγκες της καινοτομίας και ιδιαίτερα ότι η έρευνα δεν έχει απήχηση στην περιφερειακή καινοτομία. Αναφέρθηκε στη χαρτογράφηση της ανώτατης εκπαίδευσης που διενεργεί ο οργανισμός του, προκειμένου η ανώτατη εκπαίδευση να συνταχθεί με το επιχειρείν, με την οικονομία, με τους χαράκτες πολιτικής προστασίας και την κοινωνία των πολιτών, καθώς και στη συνεργασία ΟΟΣΑ – ΕΕ – Υπουργείου Παιδείας (HE Innovate) για την καινοτομία στα ελληνικά πανεπιστήμια, που ξεκίνησε το 2020 και η έκθεση για την Ελλάδα θα παρουσιαστεί στις 6 Δεκεμβρίου.
Ο κ. Γούλας σημείωσε ότι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σκοπός είναι να δημιουργείται το κρίσιμο γνωσιακό υπόβαθρο βάσει του οποίου το ανθρώπινο δυναμικό θα αναπτύσσει την απαραίτητη, πλέον, προσαρμοστικότητα σε μια διαρκώς εξελισσόμενη αγορά εργασίας. Τόνισε ότι συνιστά λάθος και κοντόφθαλμη στρατηγική, η όποια επιδίωξη του μετασχηματισμού της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε μηχανισμό που θα κυνηγά τις συγκυριακές ανάγκες της αγοράς εργασίας και του παραγωγικού συστήματος και ανέφερε ότι το Πανεπιστήμιο δεν πρέπει να είναι αποκομμένο από τις ανάγκες της οικονομίας, αλλά και των φοιτητών του ως μελλοντικών εργαζόμενων.
Ο κ. Αγγελάκης κατέθεσε προτάσεις στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του βαθμού διασύνδεσης των πανεπιστημίων με την οικονομία και ιδίως με τις μικρές επιχειρήσεις, όπως η περαιτέρω ανάπτυξη των δομών μεταφοράς τεχνολογίας πανεπιστημίων και τα τοπικά συμβούλια γνώσης και τεχνολογίας. Πρότεινε, επίσης, τη δημιουργία χώρων ανοικτής καινοτομίας, στους οποίους οι μικρές επιχειρήσεις θα μπορούν να λαμβάνουν υπηρεσίες υποστήριξης σε τεχνολογικά αποτελέσματα, και τη δημιουργία κόμβων υποστήριξης και πρόσβασης των μικρών επιχειρήσεων σε ερευνητικές υποδομές.
Ο κ. Βέττας τόνισε ότι στην Ελλάδα, για τουλάχιστον, τέσσερις δεκαετίες, η παραγωγή ήταν σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένη στο εσωτερικό της χώρας, με επιχειρήσεις οι οποίες ήταν χαμηλού τεχνολογικού ενδιαφέροντος και επιχειρήσεις των οποίων άμεσα ή έμμεσα ο κύριος πελάτης μπορεί να ήταν το Ελληνικό Δημόσιο, μεταφέροντας αυτό τον προσανατολισμό και στα Πανεπιστήμια. Τόνισε την ανάγκη να δημιουργηθεί ένας ενάρετος κύκλος, όπου καθώς βελτιώνεται η φύση της παραγωγής θα βελτιώνεται και ο τρόπος με τον οποίο δουλεύουμε στα Πανεπιστήμια και αντίστροφα. Αναφέρθηκε στις αρνητικές επιπτώσεις της εξάλειψης του τεχνολογικού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης, με την ενσωμάτωση των ΤΕΙ στα πανεπιστήμια. Παράλληλα, εξήρε τη σημασία της πρακτικής άσκησης των φοιτητών καθώς, όπως είπε, διευκολύνει πάρα πολύ τη διασύνδεσή τους με την αγορά, και προς αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να δοθούν όπως πρότεινε, ασφαλιστικά ή φορολογικά κίνητρα στις επιχειρήσεις προκειμένου να πάρουν φοιτητές για μια δομημένη πρακτική, και ακολούθως να τους προσλάβουν.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Βασίλης Διγαλάκης ευχαρίστησε θερμά όλους τους συμμετέχοντες, οι οποίοι παρείχαν σημαντικές πληροφορίες και προτάσεις βασισμένες στην εμπειρία και την ενασχόλησή τους με τη διασύνδεση της έρευνας και των Πανεπιστημίων με την παραγωγή και την οικονομία, ενώ, όπως είπε, τέθηκαν και σημαντικά ζητήματα ως προς τις δεξιότητες των αποφοίτων και το κενό και την αναντιστοιχία που υπάρχει μεταξύ προσφοράς και ζήτησης εργασίας. Ο κ. Διγαλάκης επισήμανε ότι είναι πολύ σημαντική η οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των Πανεπιστημίων και της οικονομίας, και ως προς αυτό έκρινε ότι από την πλευρά των Πανεπιστημίων είμαστε πλέον σε καλύτερη θέση από κάθε άλλη φορά.