Στην Πανελλήνια Ημερίδα του Συλλόγου Τριτέκνων Ν. Χανίων «Το Δημογραφικό Πρόβλημα στην Ελλάδα», ο βουλευτής Χανίων της ΝΔ και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, Βασίλης Διγαλάκης έδωσε τον ακόλουθο χαιρετισμό:
«Κυρίες και κύριοι
Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. Χαίρομαι ιδιαίτερα που η επιστροφή στην κανονικότητα μάς επιτρέπει να συζητάμε σήμερα διά ζώσης για το δημογραφικό, που αποτελεί ένα από τα κορυφαία εθνικά ζητήματα της χώρας μας. Το κορυφαίο όλων, κατά την άποψή μου. Υπό αυτή την έννοια, συγχαίρω τους διοργανωτές για την πρωτοβουλία σας.
Είναι γνωστό ότι το δημογραφικό ζήτημα βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς η γηραιά ήπειρος, με εξαίρεση ελάχιστες χώρες, αντιμετωπίζει τόσο δημογραφική συρρίκνωση όσο και δημογραφική γήρανση.
Στη χώρα μας, την τελευταία δεκαετία (Ιανουάριος 2011 – Ιανουάριος 2021), ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά 450.000 περίπου άτομα, απόρροια κατά 60% του αρνητικού φυσικού ισοζυγίου (γεννήσεις – θάνατοι) και κατά 40% του επίσης αρνητικού μεταναστευτικού ισοζυγίου, καθώς οι έξοδοι από τη χώρα, κυρίως αυτές των περίπου 500.000 νέων Ελλήνων που αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, συνέπεια και της δεκαετούς κρίσης, υπερκάλυψαν τις εισόδους αλλοδαπών προερχομένων στη μεγάλη τους πλειοψηφία από μη ευρωπαϊκές χώρες.
Είναι επίσης γεγονός ότι η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού επιτείνει τη δημογραφική απαισιοδοξία. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην Έκθεση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Δημογραφικό, κάνουν λόγο για μειώσεις έως και 1,4 εκατ. το 2035 σε σχέση με το 2015 και έως 2,5 εκατ. το 2050.
Οι επιπτώσεις των δημογραφικών μεταβολών που σημειώθηκαν μετά την έναρξη της κρίσης είναι τεράστιες και αρκεί να εστιάσει κανείς σε έναν τομέα, αυτό της εκπαίδευσης, για να τις αντιληφθεί. Ο συνολικός αριθμός των μαθητών από 1,48 εκατ. το 2008 ενδέχεται να μειωθεί σε 1,05 εκατ. περίπου (29,2% ή 423,3 χιλ. λιγότεροι μαθητές) μέχρι το 2035. Οι επιπτώσεις αυτές έχουν ήδη αποτυπωθεί στο Νηπιαγωγείο (2014) και το Δημοτικό σχολείο (2016), ενώ θα αρχίσουν να αποτυπώνονται στη λειτουργία του Γυμνασίου από φέτος, στα Γενικά και τα Επαγγελματικά Λύκεια από το 2025 και την τριτοβάθμια εκπαίδευση από το 2027 και έπειτα. Η μείωση των μαθητών αναμένεται να επηρεάσει σταδιακά τις διαφορετικές ειδικότητες εκπαιδευτικών που απαιτούνται για τη λειτουργία των σχολείων, θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην εισαγωγή μαθητών στην ανώτατη αλλά και στην τεχνική – επαγγελματική εκπαίδευση, και τέλος στην αγορά εργασίας, την οικονομία και την ανάπτυξη, λόγω της μειωμένης προσφοράς νέων αποφοίτων, προσόντων και δεξιοτήτων.
Όλα τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας είναι εξόχως ανησυχητικά. Τι πρέπει να γίνει; Συμφωνώ με εκείνους που πιστεύουν ότι η βασική παραδοχή για την αντιμετώπιση του δημογραφικού ζητήματος, είναι πως η δημογραφική πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης, η οποία θα βρίσκεται σε παράλληλο βηματισμό και σε αντιστοίχιση με τη συνολικότερη αναπτυξιακή, οικονομική και κοινωνική πολιτική. Έχουμε μπροστά μας μία μεγάλη πρόκληση, ως ελληνική πολιτεία, ως ελληνική κοινωνία, ως χώρα, αλλά και ως Ευρώπη συνολικά.
Η κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι ο δείκτης γονιμότητας είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη (και πολύ χαμηλότερος από το όριο αναπλήρωσης), έχει ήδη αναλάβει μια σειρά πρωτοβουλιών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:
- Αύξηση της χρηματοδότησης και η διεύρυνση των κριτηρίων για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα των voucher για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς.
- Μέτρα άμεσης οικονομικής στήριξης των οικογενειών με παιδιά, όπως είναι:
- η χορήγηση επιδόματος γέννησης 2.000 ευρώ για όλα τα παιδιά που γεννιούνται στη χώρα,
- η αύξηση αφορολογήτου ορίου στα 1.000 ευρώ για κάθε παιδί και
- η μείωση του ΦΠΑ για βρεφικά είδη από 24% σε 13%.
- Ειδικά για τους πολύτεκνους έχουν ληφθεί επιπλέον μέτρα, όπως η κατάργηση του φόρου πολυτελούς διαβίωσης για εξαθέσιο και άνω επιβατικό ΙΧ και το «ξεμπλοκάρισμα» των προκηρύξεων για πρόσληψη 1.700 ατόμων ειδικών κατηγοριών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
- Μέτρα για την προώθηση της συμφιλίωσης επαγγελματικής-προσωπικής ζωής αλλά και την ενίσχυση της ισότητας των φύλων που θεσπίστηκαν με το νόμο για την Προστασία της Εργασίας, όπως:
- η αύξηση των προβλεπόμενων αδειών για γονείς και φροντιστές,
- η πληρωμένη γονική άδεια για 2 μήνες και για τους δύο γονείς από τον ΟΑΕΔ,
- το δικαίωμα ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας για γονείς παιδιών έως 12 ετών,
- Τη χορήγηση κινήτρων για τον επαναπατρισμό επιστημόνων που έφυγαν από τη χώρα τα χρόνια της κρίσης,
Αλλά και πιο πρόσφατα νέα μέτρα:
- Στην προώθηση εναλλακτικών μορφών φύλαξης παιδιών μέσα από το νέο πρόγραμμα «νταντάδες της γειτονιάς».
- Στη δημιουργία μονάδων παιδικής μέριμνας σε 120 μεγάλες επιχειρήσεις, με δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης. Σε πρώτη φάση μπορούν να καλυφθούν 2.500 μικρά παιδιά.
- Στη χρηματοδότηση της δημιουργίας 50.000 νέων θέσεων για βρέφη και νήπια σε βρεφονηπιακούς σταθμούς και την παράλληλη προώθηση της δημιουργίας 150 νέων Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών, με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης.
- Στη στήριξη -επίσης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης- με στοχευμένα προγράμματα απασχόλησης σε μητέρες που μένουν εκτός αγοράς εργασίας, προκειμένου να φροντίσουν το παιδί τους.
Κύριες και κύριοι
Προσωπικά, ως υφυπουργός Παιδείας, αρμόδιος για θέματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, είχα τη χαρά να συνεργαστώ εποικοδομητικά με την Ομοσπονδία σας για συγκεκριμένα θέματα που είχατε θέσει υπόψη μου, μεταξύ των οποίων και αυτό των μετεγγραφών φοιτητών.
Τρέφω μεγάλο σεβασμό για τους ανθρώπους εκείνους που αποφασίζουν να δημιουργήσουν οικογένεια, που αποφασίζουν συνειδητά να μεγαλώσουν την οικογένειά τους και αφιερώνουν τη ζωή τους για την προκοπή της οικογένειάς τους. Ειδικά σε περιόδους δύσκολες, που οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες αποτελούν συχνά ανασταλτικό παράγοντα. Αξίζετε ακόμα περισσότερη προσοχή και ακόμα πιο συντεταγμένη πολιτική.
Για τον λόγο αυτό, θεωρείστε δεδομένη τη βούλησή μου, ως Βουλευτή και ως Προέδρου της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, να συμβάλλω θεσμικά για την υλοποίηση πολιτικών, που στόχο έχουν την αντιμετώπιση του δημογραφικού ζητήματος και την ουσιαστική στήριξη της οικογένειας, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης πολυπαραγοντικής πολιτικής, που θα απαντά πειστικά σε αυτή την κρίσιμη, εθνικά, πρόκληση των καιρών.»